Ο Mearsheimer επισημαίνει ότι αυτή η διαφορά μεταξύ δημόσιας ρητορικής και ιδιωτικών συζητήσεων βασίζεται στον φόβο της δημόσιας αντίδρασης. Οι δυτικές κυβερνήσεις αποφεύγουν να αναγνωρίσουν επίσημα τη σοβαρότητα της κατάστασης, φοβούμενες τις πολιτικές και διπλωματικές συνέπειες αυτής της παραδοχής. Παράλληλα, υποστηρίζει ότι η τρέχουσα στρατηγική της Δύσης, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, βασίζεται σε μια αυταπάτη: την προσδοκία ότι η Ρωσία μπορεί να αναγκαστεί να συνθηκολογήσει και να επιστρέψει τα εδάφη που έχει προσαρτήσει, συμπεριλαμβανομένων αυτών στην περιοχή του Ντονμπάς και της Κριμαίας.
Η ιδέα αυτή, σύμφωνα με τον Mearsheimer, είναι εντελώς μη ρεαλιστική. Η ρωσική πλευρά έχει καταστήσει σαφές, με επανειλημμένες δηλώσεις, ότι δεν πρόκειται να αποχωρήσει από τα συγκεκριμένα εδάφη. Η άρνηση αυτή βασίζεται τόσο στη στρατηγική σημασία των περιοχών αυτών όσο και στην ευρύτερη γεωπολιτική και εθνική ταυτότητα της Ρωσίας. Ακόμη και μπροστά σε σοβαρές κυρώσεις και σε έναν παρατεταμένο στρατιωτικό πόλεμο, η Ρωσία δείχνει αποφασισμένη να μην υποχωρήσει.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε, συνεχίζει ο Mearsheimer, ότι η πολιτική αυτή της Ρωσίας έχει βαθιές ρίζες στην πολιτική κουλτούρα της χώρας και στη στρατηγική ηγεσία του Προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Η Ρωσία έχει επανειλημμένα δείξει ότι μπορεί να αντέξει τις δυτικές κυρώσεις και τις πολιτικές πιέσεις, κάτι που την καθιστά έναν αντίπαλο που δεν υποχωρεί εύκολα. Αυτό που κάνει την κατάσταση πιο δύσκολη για τη Δύση είναι ότι η ρωσική ηγεσία έχει αναπτύξει μια μακροχρόνια στρατηγική αντίστασης.
Επιπλέον, η συνεχής εμπλοκή της Δύσης και ιδιαίτερα των ΗΠΑ στην υποστήριξη της Ουκρανίας με στρατιωτικό και πολιτικό υλικό, φαίνεται ολοένα και λιγότερο βιώσιμη. Οι δυτικοί ηγέτες αρχίζουν σταδιακά να συνειδητοποιούν ότι οι πόροι και οι πολιτικές προσπάθειες που διοχετεύονται στην Ουκρανία δεν είναι αρκετοί για να αλλάξουν την έκβαση της σύγκρουσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι δυτικές χώρες δεν θα συνεχίσουν να στηρίζουν την Ουκρανία, αλλά ότι η μακροπρόθεσμη προοπτική μιας πλήρους νίκης της Ουκρανίας γίνεται ολοένα και πιο αβέβαιη.
Ο Mearsheimer επισημαίνει επίσης ότι η Δύση έκανε ένα μεγάλο στρατηγικό λάθος στην εκτίμησή της για τη βούληση και τη δύναμη της Ρωσίας. Οι δυτικές δυνάμεις φάνηκαν να πιστεύουν ότι οι οικονομικές κυρώσεις και οι διεθνείς πιέσεις θα ήταν αρκετές για να κάμψουν τη ρωσική αντίσταση. Ωστόσο, η Ρωσία, και ιδιαίτερα ο πρόεδρος Πούτιν, έχουν αποδείξει ότι είναι έτοιμοι να αντέξουν ακόμη και μακροχρόνιες συγκρούσεις, αρκεί να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Αυτό, σύμφωνα με τον Mearsheimer, είναι το κλειδί για την κατανόηση της σημερινής στρατηγικής ισορροπίας στην περιοχή.
Συνολικά, το συμπέρασμα του Mearsheimer είναι ότι η τρέχουσα πολιτική της Δύσης απέναντι στη Ρωσία είναι μη ρεαλιστική και αδιέξοδη. Η ιδέα ότι η Ρωσία θα υποχωρήσει χωρίς να διασφαλίσει τα συμφέροντά της είναι μια αυταπάτη που διατηρείται για πολιτικούς και διπλωματικούς λόγους, αλλά δεν έχει καμία βάση στην πραγματικότητα του πεδίου της μάχης ή στις γεωπολιτικές προοπτικές της περιοχής. Αντίθετα, ο ίδιος υποστηρίζει ότι η Δύση θα πρέπει να επανεξετάσει τη στρατηγική της και να αναγνωρίσει τις πραγματικότητες της κατάστασης προκειμένου να προχωρήσει προς μια πιο ρεαλιστική και βιώσιμη λύση.